ΟrfeasΝicosia
Ομιλία κ. Γιάννου Κατσουρίδη στην εκδήλωση για τα 70χρονα του ΟΡΦΕΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ.
Έγινε ενημέρωση: 26 Απρ 2019

Ομιλία Γιάννος Κατσουρίδης, Εκδήλωση 70χρονα ΟΡΦΕΑ Λευκωσίας, Πύλη Αμμοχώστου, Τετάρτη 16 Μαΐου 2018
Όταν τους φέραν το χαρτί δεν σκύψανε κεφάλι, δεν απαρνήθηκαν αρχές, τον ίδιο το λαό, μα η φωτιά τους γέμισε περήφανο φιρμάνι, υψώθηκαν τα λάβαρα βρήκανε ουρανό
Μπορεί οι παραπάνω στίχοι να μην γράφτηκαν για τον ΟΡΦΕΑ αλλά αφορούν σε όλα τα σωματεία της μήτρας του 1948. Μια μήτρα που γέννησε μια πολύ διαφορετική αντίληψη περί ποδοσφαίρου και αθλητισμού –του λαϊκού αθλητισμού- και εν τέλει και μια διαφορετική αντίληψη για την ίδια την κοινωνία στο σύνολο της. Αυτή η αντίληψη, παρόλες τις μεταλλάξεις που αναπόφευκτα έχει υποστεί μέσα στα χρόνια, εξακολουθεί να αντέχει και να αντιστέκεται στο σύγχρονο πνεύμα της εμπορευματοποίησης του ποδοσφαίρου και αθλητισμού και των εν γένει κοινωνικών δράσεων και σχέσεων. Και αντέχει επειδή υπάρχουν φορείς, όπως ο ΟΡΦΕΑΣ που μάχονται να την διατηρήσουν ζωντανή.
Το 1948 δεν ήταν μια απλή χρονολογία στην Κύπρο. Και να με συγχωρέσετε που θα μπλέξω ιστορία, πολιτική, ιδεολογία και ποδόσφαιρο, αλλά στο μυαλό μου όλα αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Όσοι προσπαθούν να τα διαχωρίσουν, ειδικά στην Κύπρο με το συγκεκριμένο ιστορικό παρελθόν, έχουν κατά τη γνώμη μου συγκεκριμένη στόχευση. Δεν είναι μια δήθεν καλοπροαίρετη προσέγγιση αλλά ενέχει σκοπιμότητα. Θα παραφράσω λίγο ένα Γάλλο φιλόσοφο, τον Alain, ο οποίος έλεγε ότι όταν κάποιος με ρωτά αν η διάκριση αριστερά-δεξιά εξακολουθεί να έχει ακόμα νόημα, αυτόματα, καταλαβαίνω ότι ο ερωτών δεν είναι αριστερός. Μεταφέροντας το στην ποδοσφαιρική Κύπρο αυτός που μιλά για την πολιτικοποίηση και ιδεολογικοποίηση του ποδοσφαίρου ως γενικά κάτι κακό, ή κάτι που κάνουν όλοι λες και δεν έχει αιτίες και υπαίτιους, ως κάτι δηλαδή που έπεσε από τον ουρανό, τότε έχει στόχο να αποσείσει ευθύνες από τους πραγματικά υπαίτιους, ή τουλάχιστον να επιμερίσει ευθύνες σε όλους: ακόμα και σε αυτούς που δεν έχουν.
Θέλω να σημειώσω εξ’ αρχής τρία πράγματα για τη σημερινή μου παρέμβαση.
Πρώτο, ότι δεν επιθυμώ -ούτε και μπορώ- να κάνω εγώ σε σας μάθημα για τον ΟΡΦΕΑ. Δεν θεωρώ ότι θα κομίσω γλαύκα εις Αθήνας με όσα θα πω. Αυτό που θα προσπαθήσω να κάνω είναι να εντάξω τη συζήτηση για την ίδρυση του ΟΡΦΕΑ σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διότι μόνο έτσι θα μπορέσει να γίνει κατανοητό κατά τη γνώμη μου η ίδρυση και η όλη πορεία του σωματείου και, κυρίως, η κληρονομιά του σε εσάς σήμερα και στους αυριανούς μετά από εσάς.
Δεύτερο, θέλω από την αρχή να σημειώσω το μεγάλο κενό που υπάρχει στη βιβλιογραφία αφού πολύ λίγα, έως ανύπαρκτα, πράγματα έχουν γραφεί για τον ΟΡΦΕΑ και τη δράση του. Κάτι που δυσκολεύει και την ομιλία σήμερα. Ακόμα και στη μικρή έρευνα που κάναμε για τους σκοπούς αυτής της εκδήλωσης δυστυχώς δεν βρήκαμε ιδιαίτερα στοιχεία και μαρτυρίες για την περίοδο ίδρυσης. Ένδειξη του ότι αργήσαμε να το κάνουμε αυτό. Κάποια ονόματα που θα αναφερθούν είναι ενδεικτικά και απολογούμαι για τις όποιες παραλείψεις.
Τρίτο, μέσα από αυτά που θα πω, θα προσπαθήσω να εξάξω ορισμένα συμπεράσματα που αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, την παρακαταθήκη των ιδρυτών του ΟΡΦΕΑ στους νεότερους.
Το γενέθλιο έτος: το 1948
Επανέρχομαι, όμως, στο 1948 το οποίο τιμούμε φέτος μια και συμπληρώνονται 70 χρόνια. Το 1948 δεν ήταν κάτι το στιγμιαίο, ούτε κοιτάζοντας προς τα πίσω, ούτε κοιτάζοντας προς τα μπροστά.
Κοιτάζοντας προς τα πίσω ήταν η κορύφωση μιας δεκαετίας, σχεδόν, έντονων πολιτικών, κοινωνικών και ταξικών αγώνων οι οποίοι αναπόφευκτα μεταφέρονταν και στο πεδίο του αθλητισμού και ειδικά του ποδοσφαίρου ως το λαϊκότερο των αθλημάτων, «το μπαλέτο της εργατικής τάξης», όπως πολύ ανάγλυφα το περιέγραφε ο παρουσιαστής του BBC, Alf Garnett. Το 1948 ήταν η έκφραση της ανάγκης να τερματιστεί η δυναμική και συνεχώς ανερχόμενη ισχύς της κυπριακής αριστεράς, η οποία στη δεκαετία του 1940 είχε αναλάβει την ηγεσία του αντιαποικιακού αγώνα, είχε καταφέρει να καθορίζει τον βηματισμό του εργατικού κινήματος, είχε σαρώσει σε συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, είχε ακόμα κερδίσει τη δεξιά μέσα στο γήπεδο της, την Εκκλησία, στις αρχιεπισκοπικές εκλογές του 1947. Στο πεδίο του αθλητισμού και ευρύτερα της μορφωτικής κοινωνικής παρέμβασης η απόφαση της αριστεράς να δημιουργήσει τους αθλητικούς-μορφωτικούς συλλόγους οδήγησε σε μια κατάσταση συνεχούς κοινωνικής ανόδου της αριστεράς που δημιουργούσε μια αντι-ηγεμονική κουλτούρα ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα. Με λίγα λόγια η Αριστερά, είχε στριμώξει την αποικιοκρατική διοίκηση και την ντόπια ολιγαρχία σε όλα τα πεδία.
Κοιτάζοντας προς τα μπροστά, και ως απότοκο των πιο πάνω, το 1948 εξέφραζε την ανάγκη της δεξιάς για επανάκτηση της ηγεμονίας που είχε χαθεί σε ένα κόσμο που άλλαζε (τέλος Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, επικείμενο τέλος αποικιοκρατίας). Μόνο αν δει κάποιος με αυτό τον φακό τη δεκαετία του 1940 αλλά και την επερχόμενη του 1950 μπορεί πραγματικά να καταλάβει γιατί έγινε το 1948 και με τον τρόπο που έγινε (όπως και το 1955-59).
Το 1948, λοιπόν, ήταν η χρονιά που σημάδεψε την ιστορία της Κύπρου και του κυπριακού ποδοσφαίρου ειδικότερα. Το εμφυλιοπολεμικό κλίμα στην Ελλάδα μεταφέρεται και στην Κύπρο, αλλά όχι γενικά και αόριστα: μεταφέρεται από την κυπριακή δεξιά και με πολλούς τρόπους. Είναι σε αυτά τα πλαίσια, για παράδειγμα, που έρχεται και η οργάνωση των Χιτών του Γρίβα και η οποία στεγάστηκε και είχε ως ορμητήριο το γειτονικό σωματείο του ΟΡΦΕΑ, τον Ολυμπιακό.
Φυσιολογικό απότοκο της μεταφοράς του εμφυλιοπολεμικού κλίματος, αλλά και της έντονης παρουσίας της αριστεράς στην κυπριακή κοινωνία ήταν και η διαίρεση του κυπριακού ποδοσφαίρου. Η διάσπαση του ποδοσφαίρου ξεκίνησε από τον στίβο. Οι ανά την Κύπρο Γυμναστικοί Σύλλογοι με την εξαίρεση του ΓΣ Κινύρα στην Πάφο ζήτησαν από όλους τους αθλητές τους να υπογράψουν δήλωση ιδεολογικών φρονημάτων. Για την ιστορία να πούμε ότι ο Κινύρας διαγράφηκε από τον ΣΕΓΑΣ (Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών Αθλητικών Σωματείων) λόγω της θαρραλέας αυτής πράξης του και τη θέση του πήρε ο νεοϊδρυθείς και πειθήνιος Κόροιβος.
Αυτοί οι «αθλητικοί παράγοντες» ζήτησαν από τους αθλούμενους να υπογράψουν δηλώσεις αποκήρυξης των αρχών τους, εγκατάλειψης της ιδεολογίας τους και πλήρους υποταγής. Οι πλείστοι εξ’ αυτών των δήθεν αθλητικών παραγόντων ήταν δεξιοί πολιτευτές της εποχής που υπό την πίεση των πιο ακραίων στοιχείων της κυπριακής και ελληνικής δεξιάς προέβηκαν σε αυτή την ενέργεια. Όσοι αθλητές αρνήθηκαν να υπογράψουν τους απαγορεύτηκε να προπονούνται στα κυπριακά γήπεδα. Ο εκβιασμός ήταν φανερός. Η αθλητική ιδέα πλήγηκε καίρια και ανεπανόρθωτα. Το κλίμα αυτό γρήγορα μεταφέρθηκε και στα ποδοσφαιρικά σωματεία. Θα αναφέρω ενδεικτικά 1-2 πράγματα για να δώσω το κλίμα αλλά και το πλαίσιο της διάσπασης.
Στη Λευκωσία, η ηγεσία της διοίκησης του ΑΠΟΕΛ αποφάσισε να υποστηρίξει την δεξιά παράταξη στην Ελλάδα, όταν στις 23 Μαΐου του 1948 το συμβούλιο του σωματείου απέστειλε τηλεγράφημα στον ΣΕΓΑΣ, με την ευκαιρία των Πανελληνίων Αγώνων στίβου, στο οποίο ευχόταν «όπως τερματισθεί η Εθνοκτόνος ανταρσία». Η επιλογή των λέξεων δεν ήταν τυχαία. Η άρνηση πολλών ποδοσφαιριστών του ΑΠΟΕΛ να συμμορφωθούν οδήγησε τον δεξιότατο Νέο Κυπριακό Φύλακα στις 26 Μαΐου να γράψει: «Όσο για τους 5-6 κομμουνιστές ποδοσφαιριστές δεν έχουμε παρά να επαναλάβουμε όσα είπαμε για τους ομοϊδεάτες τους και των άλλων συλλόγων: ΟΞΩ από τα γήπεδα μας. Κάμετε τα δικά σας και φροντίστε να υπαχθήτε στην Ρωσική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Στα δικά μας γήπεδα θα μπαίνουν μόνο εκείνοι που σκέπτονται ως Έλληνες και όχι εκείνοι που εξυμνούν τους προδότες».
Στις 29 Μαΐου η ίδια εφημερίδα έγραφε: «το ζήτημα της εκκαθάρισης των σωματείων από τους κομμουνιστές δεν είναι ενδοσωματειακό. Είναι ζήτημα πολιτικό, ευρύτατης σημασίας. Αποτελεί μέρος του αντικομμουνιστικού αγώνα, αποτελεί δηλαδή μέρος του εθνικού αγώνα διότι πρωταρχική προϋπόθεση επιτυχίας του εθνικού αγώνα είναι η εξαφάνιση του κομμουνισμού».
Είναι εντελώς ανιστόρητη επομένως η οπτική που λέει ότι υπήρχε ή υπάρχει στην Κύπρο το «ουδέτερο» ποδόσφαιρο που ήρθε μετέπειτα κάτι να το πολιτικοποιήσει, ή η προσπάθεια απομόνωσης ορισμένων σωματείων από τα ευρύτερα κοινωνικά δρώμενα μέσα από τα οποία οι ιδέες και τα συγκεκριμένα ποδοσφαιρικά σωματεία έχουν ξεπηδήσει.
Η προσπάθεια ιδεολογικής και κοινωνικής υποταγής, όμως, απέτυχε παταγωδώς. Οι περισσότεροι από τους προοδευτικούς αθλητές και ποδοσφαιριστές δεν υπέκυψαν στον εκβιασμό. Με περηφάνια, θάρρος και γενναιότητα δεν υπόγραψαν τις «δηλώσεις», με αποτέλεσμα να εκδιωχθούν, ή να αποχωρήσουν οι ίδιοι από τα σωματεία. Κάπου εκεί δρομολογήθηκε και η ίδρυση των νέων σωματείων.
Ίδρυση των αριστερών σωματείων και της ΚΕΠΟ
Έτσι έχουμε μέσα σε ένα τετράμηνο (από τον Μάρτη μέχρι τον Ιούνιο) την ίδρυση των νέων σωματείων, τα οποία έχουν όλα φιλοπρόοδη και αριστερή κατεύθυνση. Η ίδρυση τους αποτέλεσε αφετηρία έντονης αθλητικής δράσης και λαικοποίησης του κυπριακού αθλητισμού. Πέραν των ποδοσφαιρικών τους ομάδων ιδρύουν τμήματα άλλων αθλημάτων όπως βόλεϊ, ποδηλασία και πινγκ-πονγκ. Λειτούργησαν επίσης και πολιτιστικά τμήματα και βιβλιοθήκες. Τα σωματεία αυτά προχώρησαν και στην δημιουργία της δικής τους ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, της ΚΕΠΟ (Κυπριακής Ερασιτεχνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας), τον Δεκέμβρη του 1948. Ιδρυτικό μέλος της ΚΕΠΟ ήταν και ο ΟΡΦΕΑΣ.
Η ΚΕΠΟ, αν και δεν είναι το θέμα μας εδώ, θεωρώ ότι ήταν μια δραστική και ριζοσπαστική εξέλιξη, η οποία στην πορεία ανάγκασε την ΚΟΠ και τα σωματεία της δεξιάς να μπουν σε διάλογο και να οδηγηθεί το κυπριακό ποδόσφαιρο στην ενοποίηση. Δεν παραγνωρίζω βέβαια το γεγονός ότι η ενοποίηση έγινε με τρόπο δυστυχώς διαχρονικά ευνοϊκό για τα σωματεία της ΚΟΠ, τα δεξιά δηλαδή σωματεία. Δεν παραγνωρίζω επίσης το γεγονός ότι ο ΟΡΦΕΑΣ αδικήθηκε από τον τρόπο που έγινε η ενοποίηση. Δεν παύει όμως η ενοποίηση του κυπριακού ποδοσφαίρου να είναι το αποτέλεσμα της ισχυρής παρουσίας της ΚΕΠΟ και των σωματείων της. Ένδειξη ότι η ιστορία κινείται και γράφεται από τους συσχετισμούς δυνάμεων.
Η δημιουργία του ΟΡΦΕΑ
Ο ΟΡΦΕΑΣ ιδρύθηκε στις 15 Μαΐου 1948, αρχικά ως «Αθλητικός Μουσικός και Εκπολιτιστικός Σύλλογος ΟΡΦΕΑΣ» (Α.Μ.Ε.Σ.Ο.), μέχρι το 1957 που μετονομάστηκε σε «Αθλητικός Σύλλογος ΟΡΦΕΑΣ Λευκωσίας». Το όνομα του Ορφέα πιθανότητα έχει σχέση με τον πρώτο πρόεδρο του συλλόγου, τον Κώστα Καλησπέρα, ο οποίος ήταν μουσικός, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν έχει διασταυρωθεί. Το ίδιο πιθανόν να ισχύει και για τα χρώματα του ΟΡΦΕΑ που ήταν αυτά του Τραστ στο οποίο αγωνιζόταν ο Καλησπέρας ως τερματοφύλακας.
Υπάρχει μια σημειολογία στην ίδρυση του ΟΡΦΕΑ την οποία και εγώ μόλις πρόσφατα αντιλήφθηκα. Για να δούμε καμιά φορά πως η ιστορία με τον τρόπο της μπορεί να μας πει πολλά, έστω σιωπηλά, ή έστω ασυνείδητα. Η ίδρυση του ΟΡΦΕΑ συμπίπτει περίπου ημερολογιακά με μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της κυπριακής ιστορίας, η οποία κρατήθηκε για πολλούς αιώνες στο σκοτάδι. Όπως οι πλείστες πτυχές της ιστορίας των λαικών και εργατικών στρωμάτων. Τον Μάιο του 1427 δολοφονείται ο ηγέτης μιας από τις μεγαλύτερες εξεγέρσεις των κυπριακών λαικών στρωμάτων, ο Ρε Αλέξης. Η εξέγερση του Ρε Αλέξη κατάφερε να επιβάλει για μικρό χρονικό διάστημα τη διοίκηση μεγάλων τμημάτων της χώρας από το λαό. Ήταν από τις μεγαλύτερες και βαθύτερες επαναστάσεις δουλοπάροικων στην μεσαιωνική Ευρώπη. Το 1948 έχει μια παρόμοια σημειολογία και αναλογία για τα σύγχρονα εργατικά, λαϊκά στρώματα της Κύπρου.
Η περίοδος στην οποία ιδρύεται ο ΟΡΦΕΑΣ είναι μια περίοδος έντονων ταξικών και πολιτικών συγκρούσεων. Λίγους δρόμους παραπέρα στεγάζεται ο Ολυμπιακός. Ένα σωματείο το οποίο αν και μεταγενέστερα έχει καλές σχέσεις με τον ΟΡΦΕΑ, στην περίοδο αυτή είναι το άντρο της εξ’ Ελλάδος κατευθυνόμενης οργάνωσης των Χιτών του Γρίβα και χώρος σύναξης απεργοσπαστών. Αν και κάποιες μαρτυρίες φέρουν τους ιδρυτές των προοδευτικών σωματείων της Λευκωσίας να συζητούν κατά πόσο θα ήταν καλό να δημιουργηθούν δύο ομάδες στη Λευκωσία (και η ΟΜΟΝΟΙΑ και ο ΟΡΦΕΑΣ) με τον κίνδυνο να υπάρξει διάσπαση δυνάμεων, τελικά επικρατεί η άποψη της δημιουργίας και των δύο σωματείων. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι αυτό έγινε ως αποτέλεσμα της ύπαρξης των οργάνωσης Χ στον Ολυμπιακό, αλλά φαίνεται ως ένας λογικός συνειρμός. Αρκετοί αριστεροί και προοδευτικοί κάτοικοι της περιοχής του Τακτακαλά και των γύρω περιοχών ήθελαν ενδεχομένως ένα αντίπαλο δέος στην περιοχή ειδικά.
Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΡΦΕΑ αποτελούσαν οι ακόλουθοι: Κώστας Καλησπέρας (Πρόεδρος), Μιχαλάκης Μιλτιάδους, Ανδρέας Ρωσσίδης, Χρίστος Παντελίδης, Ρ. Μαξιούλης, Μίκης Κουλλαπής, Αντώνης Ανδρούτσος.
Άλλα ονόματα τα οποία έχουν αναφερθεί σε προφορικές μαρτυρίες ως μέρος της ομάδας των πρωτοπόρων του ΟΡΦΕΑ είναι οι: Δημήτρης Καραγιάννης – Μίτσιος, Φλώρος Λουκά, Αβραάμ Αντωνίου, Παναγιώτης Χούτρης – αναφέρω αυτά τα ονόματα με την επιφύλαξη ότι ενδεχομένως να αφήνω ανθρώπους πίσω.
Αρχικά ο ΟΡΦΕΑΣ στεγάστηκε στο σπίτι του Αρίφη (ένας Τούρκος κάτοικος της περιοχής) το οποίο βρίσκεται σήμερα στη νεκρή ζώνη. Το πρώτο σωματείο είναι ακριβώς πίσω από το συρματόπλεγμα απέναντι από την ττάπια (προμαχώνα). Οι δικοινοτικές ταραχές του 1958 και του 1963 ανάγκαζαν το σωματείο να εγκαταλείπει τα εκάστοτε οικήματά του και να μετακομίζει. Από το 1966 μέχρι σήμερα στεγάζεται στο οίκημά του το οποίο βρίσκεται στη Λεωφόρο Αθηνάς, μόλις 150 μέτρα από την πράσινη γραμμή.
Οι ιδρυτές του ΟΡΦΕΑ όπως και των υπόλοιπων σωματείων του 1948 ήταν άνθρωποι της αριστεράς. Από αυτό προκύπτει και η άμεση σχέση του ΟΡΦΕΑ με το Λαϊκό Κίνημα, μια σχέση η οποία τον χαρακτηρίζει, τον διαπερνά και τον καθορίζει. Χωρίς αυτό όμως να αποτελέσει ποτέ αιτία ή πρόσχημα για καταστρατήγηση των αθλητικών ιδεωδών από το σωματείο. Η αριστερή του ταυτότητα, όμως, του στοίχησε διαχρονικά αφού υπήρξαν περιπτώσεις καταστρατήγησης των κανονισμών του πρωταθλήματος για να αδικηθεί ο ΟΡΦΕΑΣ και να ευνοηθούν σωματεία της δεξιάς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η υπόθεση της κατάργησης της διαβάθμισης το 1964-65 αλλά όχι την επόμενη χρονιά.
Αν και κυρίως ποδοσφαιρικό/αθλητικό σωματείο, όπως όλα τα προοδευτικά σωματεία που ιδρύθηκαν αυτή την περίοδο, δεν περιορίζεται στον αθλητισμό: προσπαθεί να γίνει και φορέας λαϊκού πολιτισμού. Γι’ αυτό και δημιουργεί πολιτιστικά σχήματα και προβαίνει σε σειρά δράσεων πολιτιστικού χαρακτήρα. Ο ΟΡΦΕΑΣ δημιούργησε μουσικό όμιλο τον οποίο διατηρούσε από το 1958 μέχρι το 1968, ενώ στα αρχικά στάδια της ίδρυσης του είχε και χορωδία. Είχε επίσης πολύ καλή βιβλιοθήκη τα περισσότερα βιβλία της οποίας ήταν δωρεά μελών του ΟΡΦΕΑ. Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες τα μέλη του σωματείου έκαψαν αρκετά πολιτικά βιβλία για να μην τα βρουν οι Άγγλοι αμέσως μετά την προγραφή του ΑΚΕΛ και των οργανώσεων του λαϊκού κινήματος το 1955.
Θεωρώ περιττό να πω ότι η πρώτη περίοδος ήταν εξαιρετικά δύσκολη για όλα τα νέα σωματεία αλλά πολύ πιο δύσκολη για τον ΟΡΦΕΑ ως μικρό σωματείο. Είναι η μοίρα των μικρότερων σωματείων, δυστυχώς, και ειδικά αυτών που αντλούν από τον κόσμο και όχι από ορισμένους οικονομικά επιφανείς προύχοντες να αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες. Έτσι αναγκάζονται να δημιουργήσουν άλλες πηγές πόρων, που όλες εδράζονται στον εθελοντισμό.
Έτσι, κυρίαρχο στοιχείο της πρώτης αυτής περιόδου, αλλά και μεταγενέστερα, ο εθελοντισμός: ένα στοιχείο που έχει εμπεδωθεί στο DNA των αριστερών προοδευτικών σωματείων και το οποίο βλέπουμε μέχρι και σήμερα να εκφράζεται στην περίπτωση του ΟΡΦΕΑ. Ο εθελοντισμός και η αγάπη των ανθρώπων γύρω από το σωματείο είναι το στοιχείο που τον κράτησε εν ζωή παρά τις πολύ μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε το σωματείο στην πορεία του χρόνου. Ο ΟΡΦΕΑΣ, ως η ομάδα των κάτω γειτονιών της παλιάς πόλης, της περιοχής του Τακτακαλά, άντλησε υποστήριξη και εθελοντική στήριξη από τον κόσμο της περιοχής αυτής.
Ο εθελοντισμός αυτός εκφράστηκε ποικιλότροπα. Χαρακτηριστικότατο παράδειγμα η ανέγερση του γηπέδου του ΟΡΦΕΑ. Το γήπεδο μπροστά από τα τείχη και το οποίο αρχικά ήταν ένας σκουπιδότοπος στον οποίο έκαναν προπόνηση, δόθηκε στο σωματείο λίγο μετά τις δικοινοτικές ταραχές από τον τότε δήμαρχο Λευκωσίας Λέλλο Δημητριάδη. Το γήπεδο ήταν αρχικά πολύ μικρό και επεκτάθηκε με εθελοντική δουλειά.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι πολλά μέλη του σωματείου έβαλαν τις περιουσίες τους υποθήκη για το σωματείο. Αυτό έγινε, κυρίως, μετά την άνοδο της ποδοσφαιρικής ομάδας στην Α’ κατηγορία όπου και πολλαπλασιάστηκαν τα έξοδα. Τα έσοδα της ομάδας διαχρονικά προέρχονται από λαχεία και εισφορές των μελών, ακόμα ένα στοιχείο της λαϊκότητας της ομάδας.
Η ποδοσφαιρική ομάδα, που αποτελούσε και την βασική δράση του σωματείου, στελεχώθηκε, αρχικά, από νεαρούς της ευρύτερης περιοχής, οι οποίοι βρήκαν στον ΟΡΦΕΑ μια μορφή ουσιαστικής εναλλακτικής δραστηριότητας, ένα χώρο προβολής των έντιμων αθλητικών ιδεωδών και ένα κέντρο δημιουργικής απασχόλησης. Η ποδοσφαιρική ομάδα του ΟΡΦΕΑ, σε αντίθεση με την ΟΜΟΝΟΙΑ, στελεχώθηκε κυρίως από νέους ποδοσφαιριστές που στην μεγάλη τους πλειοψηφία δεν αγωνίζονταν πριν σε κάποια άλλη ομάδα της ΚΟΠ και που προέρχονται από τις γύρω περιοχές. Την προπόνηση της ομάδας ανέλαβε τότε ο γυμναστής Νίκος Πετρίδης και στη συνέχεια ο κ. Μελετίου.
Η ποδοσφαιρική πορεία του ΟΡΦΕΑ ήταν δύσκολη. Η ελεγχόμενη από την δεξιά ΚΟΠ, ενώ αναγκάστηκε να δεχτεί την ενοποίηση του ποδοσφαίρου το 1953 αυτό έγινε εις βάρος των σωματείων της αριστεράς, αφού μόνο η ΟΜΟΝΟΙΑ τότε έγινε δεχτή στην πρώτη κατηγορία και αυτό μετά από 5 ψηφοφορίες. Αυτό ήταν κάτι που ενόχλησε τον κόσμο του ΟΡΦΕΑ, το οποίο όμως δεν δημιούργησε πρόβλημα στις σχέσεις με τα άλλα σωματεία της ΚΕΠΟ, αφού όλοι καταλάβαιναν τη σκοπιμότητα που κρυβόταν πίσω από τον αποκλεισμό των σωματείων της αριστεράς από την πρώτη κατηγορία. Δημιούργησε, όμως, πρόβλημα στελέχωσης, αφού ο ΟΡΦΕΑΣ δεν εγγράφηκε καν στη δύναμη της ΚΟΠ και αφέθηκε να περιπλανηθεί εκτός ομοσπονδίας με αποτέλεσμα αρκετοί ποδοσφαιριστές που δεν ήθελαν να μείνουν στην αδράνεια να πάρουν μετεγγραφή σε άλλες ομάδες. Το ίδιο συνέβηκε και με ορισμένα μέλη της διοίκησης που ένιωθαν τόση απογοήτευση που εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Με σοβαρή δουλειά από αυτούς που έμειναν στελεχώνεται ξανά η ποδοσφαιρική ομάδα και την επόμενη χρονιά, το 1954, εγγράφεται στη δύναμη της ΚΟΠ ως ομάδα Β’ κατηγορίας.
Η άλλη σοβαρή πτυχή των δυσκολιών οφειλόταν στο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν όλα τα αριστερά και προοδευτικά σωματεία και ειδικά αυτά με πιο μικρό όγκο φιλάθλων. Όπως σημειώνεται σε όλες τις μαρτυρίες που έχουμε, οι ποδοσφαιριστές έπαιζαν αφιλοκερδώς (που να γίνει λόγος για αμοιβή) και αγόραζαν μέχρι και τα παπούτσια τους. Για να μπορέσουν να γίνουν κατορθωτές οι μετακινήσεις για τους αγώνες μάζευαν λεφτά για το λεωφορείο τόσο οι ποδοσφαιριστές όσο και οι παράγοντες της ομάδας. Οι προπονήσεις πραγματοποιούνταν στις 5 το πρωί και πριν τη δουλειά αφού δεν υπήρχε άλλη ώρα γι’ αυτό. Αργότερα, προπονήσεις γίνονταν στο ΓΣΠ το μεσημέρι στο διάλειμμα της δουλειάς. Έκαναν προπόνηση ακόμα και στο γήπεδο του μπάσκετ ή νύχτα αν αυτό δεν βόλευε ορισμένους ποδοσφαιριστές. Υπήρχαν περιπτώσεις ποδοσφαιριστών του ΟΡΦΕΑ που ταξίδευαν από τα Λύμπια με το ποδήλατο στη Λευκωσία για προπόνηση.
Μετά το 1964 άρχισαν να διαφοροποιούνται λίγο τα δεδομένα με το σωματείο να είναι σε θέση να αγοράζει το ποδοσφαιρικό υλικό των παικτών. Οι ποδοσφαιριστές εξακολουθούν, όμως, να αγωνίζονται χωρίς αμοιβή. Όλα αυτά ακούοντας τα σήμερα σε κάνει να αναρωτιέσαι πως τα κατάφεραν οι τότε πρωτοπόροι.
Οι δυσκολίες, οι κατατρεγμοί και η κοινή ιδεολογική αφετηρία σφυρηλάτησαν μια ισχυρή σχέση τόσο μεταξύ των ποδοσφαιριστών όσο και μεταξύ ποδοσφαιριστών και σωματείου. Δημιούργησαν μια ισχυρή αίσθηση αφοσίωσης στο δίκιο του αγώνα. Όλες οι μαρτυρίες που έχουμε αναφέρουν ότι οι ποδοσφαιριστές και η διοίκηση του ΟΡΦΕΑ ένιωθαν σαν οικογένεια. Ήταν πολύ δεμένοι μεταξύ τους. Οι ποδοσφαιριστές έπαιζαν ποδόσφαιρο γιατί τους άρεσε και όχι για το κέρδος. Αγωνίζονταν για τα ιδανικά που εκπροσωπούσε και εκπροσωπεί ο ΟΡΦΕΑΣ.
Οι σχέσεις με τα άλλα σωματεία της ΚΕΠΟ ήταν επίσης αδελφικές, σχέσεις αλληλεγγύης. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις μετά τα παιχνίδια υπήρχε πάντοτε φιλοξενία στο οίκημα του σωματείου προς τους εκάστοτε φιλοξενούμενους.
Αυτές οι πρακτικές οφείλονται στη διαπαιδαγώγηση που είχαν μέσα από τους μορφωτικούς συλλόγους του λαϊκού κινήματος και στους κοινούς αγώνες στους οποίους όλοι μετείχαν ως μέλη ενός ευρύτερου συνόλου, αυτού που έμεινε στην ιστορία ως λαϊκό κίνημα.
Μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό επίτευγμα ήταν αναμφίβολα η άνοδος της ομάδας το 1959 στην πρώτη κατηγορία. Αυτό το άλμα, όμως, συνοδεύτηκε από αύξηση του προϋπολογισμού και των χρεών που οδήγησαν σταδιακά στην οπισθοχώρηση. Στην Α΄ κατηγορία ο ΟΡΦΕΑΣ κατέλαβε την 7η θέση την σεζόν 1961-62, ενώ αναδείχτηκε και 2 φορές πρωταθλητής Β΄ κατηγορίας. Σημαντική ιστορική στιγμή η παρουσία της ομάδας στα ημιτελικά του κυπέλλου Κύπρου το 1983-84, καθώς και ο αποκλεισμός της Ανόρθωσης την επόμενη χρονιά από το κύπελλο και πάλι.
Η εξέλιξη
Η πορεία του ΟΡΦΕΑ στα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολη. Οι διακοινοτικές ταραχές του 1963-64 υποχρέωσαν πολλά μέλη του ΟΡΦΕΑ που έμεναν στον Άγιο Λουκά και τον Άγιο Κασσιανό να φύγουν από την περιοχή κάτι που στέρησε από το σωματείο τη σημαντικότερη πρώτη του ύλη: τους ανθρώπους. Μετά το πραξικόπημα και την εισβολή ο ΟΡΦΕΑΣ αποδυναμώθηκε ακόμα περισσότερο με πολύ λίγα μέλη να απομένουν. Είχε μάλιστα και 3 ποδοσφαιριστές αγνοούμενους: τους Νίκο Ιωάννου, Πέτρο Φιλίππου και Πανίκο Αδάμου. Παρόλα αυτά στάθηκε. Οι άνθρωποι του ΟΡΦΕΑ προσπάθησαν και διατήρησαν εν ζωή το σωματείο και τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με αρκετή επιτυχία. Από το σημείο εκείνο το κυπριακό ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός εν γένει αρχίζουν μια άλλη, ξέφρενη πορεία όπου όλα καθορίζονται από το κέρδος και την εμπορευματοποίηση. Φυσιολογικό επακόλουθο σωματεία όπως τον ΟΡΦΕΑ να βρεθούν σε μειονεκτική θέση.
Το ποδόσφαιρο, όπως και κάθε άλλη δραστηριότητα η οποία αποφέρει κέρδος, πέρασε στα χέρια επιχειρηματιών. Η εισβολή της ιδιωτικής τηλεόρασης αντικατέστησε τους φιλάθλους και οπαδούς με τηλεθεατές και η διαφήμιση απέκτησε πολύ μεγαλύτερη σημασία από ότι η παρουσία φιλάθλων στο γήπεδο. Κάπως έτσι καταλήξαμε σταδιακά στο σύγχρονο, εμπορικό/εταιρικό ποδόσφαιρο, το οποίο πόρρω απέχει από την αρχική σύλληψη του αθλήματος.
Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό, επιτρέψετε μου να πω ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα του ΟΡΦΕΑ είναι το γεγονός ότι έμεινε εν ζωή σε αντίθεση με άλλα σωματεία της περιόδου (ΑΣΤΕΡΑΣ και ΑΝΤΑΙΟΣ), αλλά και πολλά άλλα μεταγενέστερα. Έχοντας υπόψη τα δεδομένα του σωματείου και ειδικά τα οικονομικά δεδομένα θεωρώ ότι αυτό αποτελεί το μέγιστο των επιτευγμάτων του. Επίσης, δεν έφυγε από τη βάση του (κόσμος και περιοχή). Δεν τερματίστηκε ποτέ η λειτουργία του, κάτι που δείχνει τις ισχυρές ρίζες του ΟΡΦΕΑ στην τοπική κοινωνία.
Φορέας μιας μεγάλης και ιδιόμορφης κληρονομιάς
Ο ΟΡΦΕΑΣ, όπως και τα υπόλοιπα σωματεία της μήτρας του 1948, ιδρύθηκε σε μια εποχή μεγάλων ζυμώσεων και αλλαγών. Ιδρύθηκε ως μέσο αντίστασης στην προσπάθεια κακοποίησης των αθλητικών ιδεωδών. Ως μέσο αντίστασης στην ιδεολογική τρομοκρατία και την κοινωνική υποταγή. Ιδρύθηκε με την εντολή να είναι ένας από τους σημαιοφόρους του νέου, του αλλιώτικου. Όχι μόνο στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό, αλλά ειδικά στον αθλητισμό.
Είναι αλήθεια ότι η κληρονομιά του ΟΡΦΕΑ είναι πολύ μεγάλη και πολύ βαριά. Ο ΟΡΦΕΑΣ στιγματίστηκε από τις συνθήκες ίδρυσης του, αλλά και από την μετέπειτα πορεία και τους αγώνες του. Ένα στίγμα ανεξίτηλο, το οποίο μόνο περηφάνια μπορεί να προκαλεί στους φίλους, τα μέλη και τους ανθρώπους του ΟΡΦΕΑ.
Πολλοί λεν ότι ο κόσμος άλλαξε μετά το 1948 και πρέπει όλοι να προσαρμοστούμε. Αν και σίγουρα έχει δόση αλήθειας η θέση αυτή, εξακολουθώ να διερωτώμαι αν τα ουσιαστικά διακυβεύματα άλλαξαν από τότε, ή αν απλώς αλλάξαμε εμείς.
Το στοίχημα του ΟΡΦΕΑ είναι να συνεχίσει την πορεία που ακολούθησε σε ολόκληρη τη διαδρομή του. Ένα στοίχημα δύσκολο στις σύγχρονες συνθήκες αλλά όχι ακατόρθωτο. Ο ΟΡΦΕΑΣ αποτελεί «ένα γαλατικό χωριό στο σύγχρονο ποδόσφαιρο», καθώς παραμένει μία από τις λίγες ομάδες που διατηρεί τόσο μεγάλη τη σύνδεση με τα ιδανικά και τις αρχές της κοινότητας την οποία εκπροσωπεί. Ιδανικά εργατικής και κοινωνικής αντίστασης, ιδανικά συνδεδεμένα με κοινωνικούς και λαϊκούς αγώνες.
Στα 70χρονα του ΟΡΦΕΑ το μόνο που έχω να πω είναι συνεχίστε στον ίδιο δρόμο της τιμής και του αγώνα.
Σας ευχαριστώ